Το Χειμώνα κοιμισμένες
Το Φεβράρη ανθισμένες
Και το Μάρτη θαλερές
Πουθενά αλλού στην Κύπρο
Δεν θα βρεις τόσες πολλές.


Το χωριό Λιμνάτι έχει μια μοναδική ιδιαιτερότητα που το κάνει να ξεχωρίζει από όλα τα άλλα χωριά της Κύπρου. Είναι το χωριό της αμυγδαλιάς. Σε καμιά περιοχή της Κύπρου δεν υπάρχουν τόσες πολλές αμυγδαλιές.

Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, οι κάτοικοι της κοινότητας φύτευαν τα ξηρικά αυτά δέντρα για να απορροφούν την υψηλή υγρασία του εδάφους και σύμφωνα με τους κατοίκους οι αμυγδαλιές είναι λιγότερο απαιτητικές και περισσότερο προσοδοφόρες από όλες τις ξηρικές καλλιέργειες.

Δεκάδες χιλιάδες αμυγδαλιές, φυτεμένες με διάταξη, δίδουν την άνοιξη ένα πανέμορφο χρώμα στο τοπίο του χωριού, που το κάνουν απίστευτα γοητευτικό. Γοητευτικό είναι επίσης το τοπίο και κατά την περίοδο της συγκομιδής των αμυγδάλων. Είναι τότε που όλη η οικογένεια βρίσκεται στα χωράφια και άλλοι κτυπώντας με την βάκλα τα ώριμα αμύγδαλα για να πέσουν πάνω σε σακκούλες που απλώνονται στο έδαφος και άλλοι για να τα μαζέψουν και να τα μεταφέρουν στο σπίτι ή στην συνεργατική εταιρεία.

Η αμυγδαλιά είναι ένα τυπικό μεσογειακό φυλλοβόλο δένδρο μικρών διαστάσεων. Η καλλιέργεια της αμυγδαλιάς φαίνεται να διαδόθηκε στις άλλες μεσογειακές χώρες από τους Έλληνες και τους Ρωμαίους. Στην Κύπρο καλλιεργείται από τα πανάρχαια χρόνια.

Η αμυγδαλιά ανήκει στην οικογένεια των ροδιδών τα οποία σήμερα συμπεριλαμβάνονται στο γένος Prunus και αποτελεί την κοινή ονομασία του είδους Prunus amygdalus communis.

Βασικό χαρακτηριστικό της αμυγδαλιάς είναι ότι ανθίζει προτού βγάλει φύλλα. Τα άνθη της είναι εντυπωσιακά, άσπρα και εύοσμα, ενώ προτού ανοίξουν έχουν ελαφρώς ρόδινα πέταλα. Τα φύλλα της είναι λογχοειδή, οδοντωτά στην περιφέρεια και με μικρό μίσχο. Οι καρποί της, οι οποίοι είναι εδώδιμοι, τα γνωστά σε όλους αμύγδαλα, είναι ωοειδείς δρύπες, με μυτερή τη μία εκ των δύο κορυφών τους. Το εξωκάρπιο τους, αντί για σαρκώδες, όπως στα υπόλοιπα καρποφόρα πυρηνόκαρπια, είναι ένα γκριζοπράσινο τσόφλι σκεπασμένο με λεπτό χνούδι, που περιέχει ένα ή δύο σπέρματα, κλεισμένα σε ένα ξυλώδες κέλυφος με πολλές μικρές τρύπες. Τα σπέρματα έχουν άσπρη σάρκα και είναι γλυκιά ή πικρά ανάλογα με την ποικιλία.

Η γεύση των αμυγδάλων καθορίζει και τη χρήση των διαφόρων ποικιλιών τους. Τα γλυκά αμύγδαλα χρησιμοποιούνται ως επιτραπέζιοι ξηροί καρποί, στην παρασκευή ζαχαρωτών, αμυγδαλωτών, ποτών καθώς και για την εξαγωγή εδώδιμου ελαίου. Τα πικρά αμύγδαλα χρησιμοποιούνται στην φαρμακευτική ως καταπραϋντικά για το άσθμα και τον βήχα, αλλά και στην αρωματοποιία. Από αυτά τα αμύγδαλα εξάγεται και ένα έλαιο, το οποίο περιέχει προυσσικό οξύ γνωστό και ως υδροκυάνιο, και αποτελεί γνωστό δηλητήριο. Η ουσία αυτή απομακρύνεται από τους πυρήνες των καρπών, μέσω πλύσεως με άλκαλι, οπότε το αμυγδαλέλαιο που παράγεται χρησιμοποιείται ως αρωματικό.

Η αμυγδαλιά είναι δέντρο ιθαγενές της δυτικής Ασία και της νότιας Αφρικής, καλλιεργείται ωστόσο ευρέως εκτός από την Κύπρο και την Ελλάδα, στην Ισπανία, την Τουρκία, στο Μαρόκο, στην Τυνησία και στην Αίγυπτο.

Το ξύλο της αμυγδαλιάς είναι βαρύ και σκληρό και θεωρείται κατάλληλο για τη λεπτοξυλουργική.